(Αναδημοσίευση απο ethnos.gr)
Δεν υπάρχει μια απλή απάντηση αναφορικά με το αν πρέπει η τηλεόραση να σέβεται τους γλωσσικούς κανόνες. Αλλωστε, το τηλεοπτικό φαινόμενο είναι τόσο σύνθετο όπως και το γλωσσικό και συνεπώς αμφότερα επιδέχονται πολλαπλών προσεγγίσεων.
Στην τηλεόραση προβάλλονται πολλοί τύποι προγραμμάτων, κάθε ένα εκ των οποίων έχει τον δικό του γλωσσικό κώδικα. Αλλη γλώσσα χρησιμοποιούν οι ειδήσεις, άλλη ένα τηλεπαιχνίδι, μια δραματική σειρά ή μια αθλητική εκπομπή. Ταυτόχρονα όμως η τηλεόραση ως μέσο διέπεται από έναν υπερ-κώδικα, την εικονιστική αυτο-αναφορικότητα και δια-κειμενικότητα, το γεγονός δηλαδή ότι το ένα πρόγραμμα παραπέμπει πολύ συχνά στο άλλο.
Επιπλέον, ας μη ζητούμε από την τηλεόραση να διαδραματίζει έναν ρόλο για τη γλώσσα που εξ ορισμού δεν έχει, μια και αυτή υπηρετεί το θέαμα, την εικόνα και όχι τον λόγο, το λέει άλλωστε και η λέξη: τηλε-όραση. Υπάρχουν άλλοι θεσμοί και άλλα Μέσα που είναι πλέον αρμόδια για τη διαφύλαξη και την αξιοποίηση του γλωσσικού πλούτου, όπως τα σχολεία, τα πανεπιστήμια, ο Τύπος ή το ραδιόφωνο. Θα έλεγε κανείς, βέβαια, πως αν οι περισσότεροι πολίτες αφιερώνουν περίπου το 1/3 του μη εργασιακού τους χρόνου παρακολουθώντας τηλεόραση, υπάρχει πρόβλημα καθώς απορροφώνται από τον εικονιστικό της κώδικα και αδυνατίζει η λεκτική τους δεινότητα.
Ωστόσο, ακριβώς επειδή η γλώσσα αποτελεί έναν ζωντανό θεσμό/δεσμό που δεν παραμένει σταθερός, δεν με φοβίζει τόσο η χρήση κωδίκων από την αργκό ή την καθομιλουμένη. Και για την όποια γλωσσική πενία δεν φταίει η τηλεόραση, αλλά η κουλτούρα, η έλλειψη παιδείας, η εμμονή στην πληροφόρηση και όχι στην καλλιέργεια, προπαντός δε ο καταναλωτικός τρόπος ζωής. Εκείνο που περισσότερο με ανησυχεί στην τηλεόραση είναι η καθημερινοποίηση του πολιτικού λόγου σε ειδικές εκπομπές-πάνελ όπου επώνυμοι δημοσιογράφοι αλλά και προσκεκλημένοι, προκειμένου να δώσουν έναν τόνο ζωντάνιας, χρησιμοποιούν αθλητικές μεταφορές από το ποδόσφαιρο, το μπάσκετ και τον στίβο, ενώ ταυτόχρονα η εκφορά του επιχειρήματός τους συντελείται σε λιγότερο από 1".
Τότε είναι που η ελλείπουσα στην Ελλάδα παράδοση διαλόγου έρχεται να συναντήσει τις "απαιτήσεις" του τηλεοπτικού χρόνου, με αποτέλεσμα ο πολιτικός λόγος να εξαντλείται σε εντυπωσηθηριακές ατάκες, επικαλύψεις και φωνασκίες. Αντιθέτως, δεν με ενοχλεί οι εκπομπές για νέους να χρησιμοποιούν την καθομιλουμένη ή αργκό, καθώς η γλώσσα των νέων έχει τον δικό της νοηματικό πλούτο, τον οποίο κακώς κάποιοι αναγορεύουν σε δράμα, χύνοντας κροκοδείλια δάκρυα για τη δήθεν κατάντια της γλώσσας μας.
Ο Νίκος Δεμερτζής διδάσκει Πολιτική Επικοινωνία και Πολιτική Κοινωνιολογία στο Τμήμα Επικοινωνίας και ΜΜΕ του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Δεν υπάρχει μια απλή απάντηση αναφορικά με το αν πρέπει η τηλεόραση να σέβεται τους γλωσσικούς κανόνες. Αλλωστε, το τηλεοπτικό φαινόμενο είναι τόσο σύνθετο όπως και το γλωσσικό και συνεπώς αμφότερα επιδέχονται πολλαπλών προσεγγίσεων.
Στην τηλεόραση προβάλλονται πολλοί τύποι προγραμμάτων, κάθε ένα εκ των οποίων έχει τον δικό του γλωσσικό κώδικα. Αλλη γλώσσα χρησιμοποιούν οι ειδήσεις, άλλη ένα τηλεπαιχνίδι, μια δραματική σειρά ή μια αθλητική εκπομπή. Ταυτόχρονα όμως η τηλεόραση ως μέσο διέπεται από έναν υπερ-κώδικα, την εικονιστική αυτο-αναφορικότητα και δια-κειμενικότητα, το γεγονός δηλαδή ότι το ένα πρόγραμμα παραπέμπει πολύ συχνά στο άλλο.
Επιπλέον, ας μη ζητούμε από την τηλεόραση να διαδραματίζει έναν ρόλο για τη γλώσσα που εξ ορισμού δεν έχει, μια και αυτή υπηρετεί το θέαμα, την εικόνα και όχι τον λόγο, το λέει άλλωστε και η λέξη: τηλε-όραση. Υπάρχουν άλλοι θεσμοί και άλλα Μέσα που είναι πλέον αρμόδια για τη διαφύλαξη και την αξιοποίηση του γλωσσικού πλούτου, όπως τα σχολεία, τα πανεπιστήμια, ο Τύπος ή το ραδιόφωνο. Θα έλεγε κανείς, βέβαια, πως αν οι περισσότεροι πολίτες αφιερώνουν περίπου το 1/3 του μη εργασιακού τους χρόνου παρακολουθώντας τηλεόραση, υπάρχει πρόβλημα καθώς απορροφώνται από τον εικονιστικό της κώδικα και αδυνατίζει η λεκτική τους δεινότητα.
Ωστόσο, ακριβώς επειδή η γλώσσα αποτελεί έναν ζωντανό θεσμό/δεσμό που δεν παραμένει σταθερός, δεν με φοβίζει τόσο η χρήση κωδίκων από την αργκό ή την καθομιλουμένη. Και για την όποια γλωσσική πενία δεν φταίει η τηλεόραση, αλλά η κουλτούρα, η έλλειψη παιδείας, η εμμονή στην πληροφόρηση και όχι στην καλλιέργεια, προπαντός δε ο καταναλωτικός τρόπος ζωής. Εκείνο που περισσότερο με ανησυχεί στην τηλεόραση είναι η καθημερινοποίηση του πολιτικού λόγου σε ειδικές εκπομπές-πάνελ όπου επώνυμοι δημοσιογράφοι αλλά και προσκεκλημένοι, προκειμένου να δώσουν έναν τόνο ζωντάνιας, χρησιμοποιούν αθλητικές μεταφορές από το ποδόσφαιρο, το μπάσκετ και τον στίβο, ενώ ταυτόχρονα η εκφορά του επιχειρήματός τους συντελείται σε λιγότερο από 1".
Τότε είναι που η ελλείπουσα στην Ελλάδα παράδοση διαλόγου έρχεται να συναντήσει τις "απαιτήσεις" του τηλεοπτικού χρόνου, με αποτέλεσμα ο πολιτικός λόγος να εξαντλείται σε εντυπωσηθηριακές ατάκες, επικαλύψεις και φωνασκίες. Αντιθέτως, δεν με ενοχλεί οι εκπομπές για νέους να χρησιμοποιούν την καθομιλουμένη ή αργκό, καθώς η γλώσσα των νέων έχει τον δικό της νοηματικό πλούτο, τον οποίο κακώς κάποιοι αναγορεύουν σε δράμα, χύνοντας κροκοδείλια δάκρυα για τη δήθεν κατάντια της γλώσσας μας.
Ο Νίκος Δεμερτζής διδάσκει Πολιτική Επικοινωνία και Πολιτική Κοινωνιολογία στο Τμήμα Επικοινωνίας και ΜΜΕ του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου